Αττίκ

Αττίκ
(Αθήνα 1885 – 1944). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Κλέωνα Τριανταφύλλου, συνθέτη ελαφριάς μουσικής, ντιζέρ, στιχουργού και ηθοποιού. Έζησε αρκετά χρόνια στην πόλη Ζαγαζίκ της Αιγύπτου. Μόλις αποφοίτησε από τη νομική σχολή του πανεπιστημίου της Αθήνας (1907), πήγε στο Παρίσι για ανώτερες νομικές σπουδές, εκεί όμως γράφτηκε στο ωδείο για σύνθεση και άρχισε να εργάζεται σε διάφορα θέατρα. Αργότερα περιόδευσε και σε άλλες χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής. Κατά το διάστημα της παραμονής του στο εξωτερικό είχε συνθέσει γύρω στα 300 τραγούδια, που είχαν ιδιαίτερη επιτυχία. Το 1930 ήρθε στην Αθήνα και κατάρτισε δικό του συγκρότημα, που έως το 1940 εμφανιζόταν σ’ έναν περιφραγμένο χώρο της οδού Τενέδου, γνωστό ως Μάντρα του Α. Η επιτυχία της Μάντρας ήταν μοναδική. Εκεί πρωτοεμφανίστηκαν τα περισσότερα φωνητικά ταλέντα της ελαφριάς μουσικής. Η μουσική του Α. δημιούργησε δική της σχολή τραγουδιού. Κατά τη δεκαετία της Μάντρας έγραψε γύρω στα 200 τραγούδια, οπερέτες (Αφροδίτη της Μήλου, Τι είναι ο έρως), επιθεωρήσεις (Περί Ψυρρή, Κινηματογράφος, Μάρε Νόστρουμ) κ.ά. Η τελευταία του εμφάνιση ήταν στην ταινία Χειροκροτήματα που αναφερόταν στη ζωή του. Εκεί έπαιξε τον εαυτό του στον ρόλο ενός μετρ του ελαφρού τραγουδιού, γέρου πια και ξεχασμένου από τους νεότερους. Ο συνθέτης Κλέων Τριανταφύλλου, κατά κόσμον Αττίκ (φωτ. από έκδ. «100+1 χρόνια Ελλάδα»).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Триантафиллу, Клеон — В Википедии есть статьи о других людях с такой фамилией, см. Триантафиллу. Клеон Триантафиллу греч. Κλέων Τριανταφύλλου Род деятельности: поэт …   Википедия

  • Stefanos Linaios — Στέφανος Ληναίος Born August 1928 Messini Occupation Actor Stefanos Linaios (Greek: Στέφανος Ληναίος), born Dionysios Mytilinaios (Διονύσιος Μυτιληναίος) in August 1928 in Messini, Messinia, Greece), is a Greek actor, writer, director, and… …   Wikipedia

  • Κρονίων — Κρονίων, ωνος, ὁ (Α) ο γιος τού Κρόνου, ο Ζευς («ὅτ ἔφησθα κελαινεφέϊ Κρονίωνι», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < Κρόνος + πατρων. κατάλ. ίων (πρβλ. Αττικ ίων, Ουραν ίων)] …   Dictionary of Greek

  • απαγωγή — η (AM ἀπαγωγή) [απάγω] 1. αρπαγή ατόμου από τον τόπο της διαμονής του με τη βία ή με τη θέληση του 2. φρ. «ἀπαγωγὴ ἐς ἄτοπον» αποδεικτική μέθοδος που χρησιμοποιείται για την απόδειξη προτάσεων της μορφής «αν ισχύει η υπόθεση π, τότε ισχύει και το …   Dictionary of Greek

  • επιθεώρηση — Τύπος θεατρικού έργου με τη συνύπαρξη μουσικής, χορού και πεζού λόγου, που χαρακτηρίζεται από γοργή διαδοχή εικόνων, οι οποίες ξεκινούν από μια κεντρική ιδέα που συνδέει τη μία με την άλλη και από ένα κείμενο με επίκαιρο χαρακτήρα, με… …   Dictionary of Greek

  • ιωτακισμός — ὁ (AM ἰωτακισμός) νεοελλ. 1. το φωνολογικό φαινόμενο τής μεταγεν. και νεώτερης ελληνικής, κατά το οποίο εξομοιώθηκε η προφορά ορισμένων φωνηέντων και διφθόγγων τής αρχ. Ελληνικής (η [ē] υ [ū], ει [ĕi], ηι [ēi], οι [oi], υι [ui]) με την προφορά… …   Dictionary of Greek

  • παριουργής — ές, Α αυτός που κατασκευάστηκε στην Πάρο. [ΕΤΥΜΟΛ. < Πάρος + ουργής (< ἔργον), πρβλ. αττικ ουργής] …   Dictionary of Greek

  • ποσιδήϊος — η, ον και αττικ. τ. ποσιδεῑος και ποσείδιος και δωρ. τ. ποσιδάϊος, Α 1. αυτός που ανήκει στον Ποσειδώνα («Ποσιδήϊον άλσος», Ομ. Ιλ.) 2. το αρσ. ως ουσ. ὁ ποσιδάϊος και ποσιδεῑος ονομασία μήνα τού ημερολογίου τής Επιδαύρου 3. (το ουδ. ως κύριο… …   Dictionary of Greek

  • τυρρηνικουργής — ές, Α αυτός που έχει κατεργαστεί με τυρρηνικό τρόπο («ἐκάλουν δ αὐτὰ τυρρηνικουργῆ ὥσπερ καὶ τὰ ἔμβαθρα ῥηνιουργῆ», Πολυδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < τυρρηνικός + ουργής (< ἔργον*), πρβλ. Ἀττικ ουργής] …   Dictionary of Greek

  • φαλλίων — ονος, ὁ, Α φαλλοφόρος*. [ΕΤΥΜΟΛ. < φαλλός + επίθημα ίων (πρβλ. ἀττικ ίων)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”